Πρόκειται για το αίσθημα δυσάρεστης οσμής που αποπνέει από την στοματική κοιλότητα και το οποίο φέρνει συχνά σε δύσκολη θέση τον ασθενή σε σχέση με τον περίγυρό του.
Η κακοσμία ενδέχεται να οφείλεται σε ποικίλα αίτια, ωστόσο στην πλειονότητα των περιπτώσεων αποδίδεται σε περιοδοντική νόσο, τερηδονισμένα δόντια, φθαρμένες - ρυπαρές προσθετικές αποκαταστάσεις και έντονο επίχρισμα στη ραχιαία επιφάνεια της γλώσσας. Ουσιαστικά η αύξηση της συγκέντρωσης δεδομένων μικροβιακών πληθυσμών στη στοματική κοιλότητα οδηγούν σε αυξημένη συγκέντρωση θειούχων πτητικών μεταβολικών παραπροϊόντων που αποτελούν την αιτία της δυσάρεστης αναπνοής. Πέραν της συγκεκριμένης αιτίας άλλοι λιγότερο συχνοί παράγοντες περιλαμβάνουν ειδικές λοιμώξεις των ούλων - ελκονεκρωτική ουλίτιδα, πιθανή ξηροστομία, εστίες νέκρωσης όπως σε περιπτώσεις οστεονέκρωσης ή καρκίνου με νεκρωτικές - ελκωτικές περιοχές στο στόμα ή τον οισοφάγο, αμυγδαλικό απόστημα ή βύσματα πύου εντός των κρυπτών της αμυγδαλής, ιγμορίτιδα, ενεργό γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, εκκολπώματα του οισοφάγου κ.ά.. Φυσικά, όπως γίνεται αντιληπτό, σε αρκετές περιπτώσεις χρειάζεται συνεννόηση με Ιατρούς άλλων ειδικοτήτων π.χ. Ωτορινολαρυγγολόγο, Γαστρεντερολόγο, προκειμένου να τεκμηριωθεί συγκεκριμένη διάγνωση.
Στην περίπτωση της συνήθους κακοσμίας που αποδίδεται στα μικρόβια της στοματικής κοιλότητας χρειάζεται έλεγχος προσθετικών αποκαταστάσεων που χρήζουν ανανέωσης, αποκατάσταση τερηδοντισμένων δοντιών, κατάλληλη περιοδοντική θεραπεία, οδηγίες εφαρμογής προγράμματος στοματικής υγιεινής και τακτικός επανέλεγχος. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις η θεραπεία της εκάστοτε νοσογόνου εστίας θα συμβάλλει στην αποδρομή και της στοματικής κακοσμίας.